Με αφορμή το ξήλωμα μιάς “ασήμαντης” σιδηροτροχιάς στην Αιγείρα...

Στην Ελλάδα ...Ποτέ Δεν Πε­θαί­νει η διαχρονικότητα της “πολιτικής - οικονομικής μιζέ­ριας”!
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
Ο “Μου­ντζού­ρης” τού Τρι­κού­πη, έ­κα­νε πέ­ντε χρό­νια να πιάσει στο Πα­τρι­νό λι­μά­νι! Το νέ­ο τρέ­νο “πύ­ραυ­λος”, πό­σο θα χρεια­στεί για να φτά­σει στην Α­χα­ϊ­κή Πρω­τεύ­ου­σα;
Ή­ταν κά­τι το α­να­με­νό­με­νο. Μπο­ρεί και να άρ­γη­σε κά­μπο­σα χρό­νια. Το ξή­λω­μα της γραμ­μής τού Τρι­κού­πη, πα­ρά τις γνω­στές ε­μπλο­κές και κα­θυ­στε­ρή­σεις, προ­χω­ρά(;)... Χι­λιο­ει­πω­μέ­να τα προ­βλή­μα­τα της κα­τα­σκευ­ής του νέ­ου σι­δη­ρο­δρό­μου, που θα α­ντι­κα­τα­στή­σει το υ­πέρ­γη­ρο -υ­πε­ραιω­νό­βιο- και πρώ­το με­γά­λο έρ­γο τού Ελ­λη­νι­κού κρά­τους, ε­δώ στη βό­ρεια Πε­λο­πόν­νη­σο...
“Α­σή­μα­ντο” γε­γο­νός, θα μου πεί­τε, το ξή­λω­μα κά­ποιων σι­δη­ρο­τρο­χιών που έ­λα­βε χώ­ρα το με­ση­μέ­ρι τής Πέ­μπτης 30 Σε­πτεμ­βρί­ου 2010 κο­ντά στον Κριό α­πέ­να­ντι στον Άϊ Γιάννη. 
Πράγ­μα­τι, τι α­ξί­α μπο­ρεί να έ­χει έ­να τέ­τοιο γε­γο­νός, α­φού με τους ρυθ­μούς ε­κτέ­λε­σης τού έρ­γου, πα­ρό­μοιες ει­κό­νες θα βλέ­που­με για κά­να δύ­ο χρό­νια α­κό­μα! Ο­φεί­λου­με ό­μως να πα­ρα­δε­χτού­με -έ­στω και αν δεν το α­ντι­λαμ­βα­νό­μα­στε τώ­ρα- ό­τι α­πο­τε­λεί μια ι­στο­ρι­κή στιγ­μή, α­φού ξη­λώ­νε­ται ο­ρι­στι­κά η με­τρι­κή σι­δη­ρο­δρο­μι­κή γραμ­μή στην Αι­γεί­ρα, η λει­τουρ­γί­α τής ο­ποί­ας δι­ήρ­κε­σε 125 α­κρι­βώς χρό­νια.  
Μιας και δεν έ­χου­με, λοι­πόν, να πού­με τί­πο­τα νε­ό­τε­ρο για το έρ­γο κα­τα­σκευ­ής τού νέ­ου τρέ­νου “πύ­ραυ­λος”, το ο­ποί­ο ξε­κί­νη­σε ε­δώ και μια του­λά­χι­στον δε­κα­ε­τί­α α­πό Α­θή­να και κα­λώς ε­χό­ντων των πραγ­μά­των θα χρεια­στεί άλ­λη μια δε­κα­ε­τί­α για να σφυ­ρί­ξει στην Πά­τρα, ας προ­σπα­θή­σου­με να λύ­σου­με μια ι­στο­ρι­κή α­πορία­...
Τό­τε, το 1882, ξε­κί­νη­σαν τα έρ­γα α­πό τον Πει­ραιά και το 1887 φέ­ρα­νε το τρέ­νο στην Πά­τρα, μό­νο με έ­να χρό­νο κα­θυ­στέ­ρη­ση στη σύμ­βα­ση, πα­ρα­κα­λώ! 
 Δεν έ­χου­με λοι­πόν την πε­ριέρ­γεια να δού­με πώς έ­γι­νε ε­κεί­νο το θαύ­μα, που μπο­ρεί να α­νά­γκα­σε τον Χα­ρί­λα­ο Τρι­κού­πη να πει το “δυ­στυ­χώς ε­πτω­χεύ­σα­με”, αλ­λά μας ά­φη­σε έ­να τρέ­νο με το ο­ποί­ο βο­λευ­τή­κα­με για 125 πε­ρί­που χρό­νια...
Στον Τρι­κού­πη σε κά­θε πε­ρί­πτω­ση έ­χει “χρε­ω­θεί” το έρ­γο αυ­τό, ό­ταν σε μια α­στα­θή πο­λι­τι­κή πε­ρί­ο­δο α­νέ­λα­βε για τρί­τη φο­ρά την Πρω­θυ­πουρ­γί­α. Με την κυ­βέρ­νη­ση που συ­γκρό­τη­σε τον Μάρ­τιο του 1882 α­πο­φά­σι­σε τη δη­μιουρ­γί­α σι­δη­ρο­δρο­μι­κού δι­κτύ­ου. 
Εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ό­τι ε­νώ το 1882 υ­πήρ­χαν σε λει­τουρ­γί­α μό­νο 9 πε­ρί­που χι­λιό­με­τρα σι­δη­ρο­δρο­μι­κής γραμ­μής που συ­νέ­δε­αν την Α­θή­να (Θη­σεί­ο) με το ε­πί­νειό της, τον Πει­ραιά, το 1893 λει­τουρ­γού­σαν 914 χι­λιό­με­τρα σι­δη­ρο­δρο­μι­κών γραμ­μών και άλ­λα 490 ή­ταν υ­πό κα­τα­σκευ­ή. Για τη χρη­μα­το­δό­τη­ση των έρ­γων πή­ρε δύ­ο με­γά­λα δά­νεια και ε­πέ­βα­λε φο­ρο­λο­γί­α στον κα­πνό και το κρα­σί. Η διά­νοι­ξη της Διώ­ρυ­γας της Κο­ρίν­θου ε­πε­τεύ­χθη χά­ρη στον Τρι­κού­πη, ο ο­ποί­ος και την ε­γκαι­νί­α­σε το 1893.
Το δί­κτυο της Πε­λο­πον­νή­σου ή­ταν ζω­τι­κής ση­μα­σί­ας για την οι­κο­νο­μι­κή α­νά­πτυ­ξη της χώ­ρας. Δύ­ο α­πό τα με­γα­λύ­τε­ρα λι­μά­νια, της Πά­τρας και της Κα­λα­μά­τας, που ε­ξε­λίσ­σο­νταν και σε βιο­μη­χα­νι­κά κέ­ντρα βρί­σκο­νταν στην Πε­λο­πόν­νη­σο και η ε­πι­κοι­νω­νί­α τους, τό­σο με την εν­δο­χώ­ρα τους, ό­σο και με την Πρω­τεύ­ου­σα και τις άλ­λες με­γά­λες πό­λεις της μι­κρής (τό­τε) χώ­ρας, ή­ταν α­πα­ραί­τη­τη για την πε­ραι­τέ­ρω οι­κο­νο­μι­κή τους α­νά­πτυ­ξη.
Η Πά­τρα ή­ταν η δεύ­τε­ρη πό­λη της χώ­ρας σε πλη­θυ­σμό και σε δρα­στη­ριό­τη­τες, αλ­λά και η μο­να­δι­κή πύ­λη της προς τη δύ­ση, ι­διαί­τε­ρα πριν τη διά­νοι­ξη της διώ­ρυ­γας της Κο­ρίν­θου. Η Πε­λο­πόν­νη­σος εξ’ άλ­λου, ή­ταν η πε­ρισ­σό­τε­ρο προ­ηγ­μέ­νη και πα­ρα­γω­γι­κή ε­παρ­χί­α τής Ελ­λά­δας, του­λά­χι­στον πριν την προ­σάρ­τη­ση της Θεσ­σα­λί­ας και σ’ αυ­τήν ευ­δο­κι­μού­σαν δυ­να­μι­κές καλ­λιέρ­γειες και πα­ρά­γο­νταν τα κυ­ριό­τε­ρα ε­ξα­γώ­γι­μα α­γρο­τι­κά προ­ϊ­ό­ντα της, ό­πως π.χ. η στα­φί­δα, τα ο­ποί­α ό­μως έ­πρε­πε να με­τα­φερ­θούν στα λι­μά­νια σύ­ντο­μα και με μι­κρό κό­στος.
Η με­τα­φο­ρά, για πα­ρά­δειγ­μα, σι­τη­ρών α­πό το ο­ρο­πέ­διο των Κα­λα­βρύ­των στο κο­ντι­νό Αί­γιο, στοί­χι­ζε πε­ρισ­σό­τε­ρο α­π’ ό­τι η με­τα­φο­ρά τους ε­κεί α­πό την Ο­δησ­σό! Αλ­λά και η στα­φί­δα που προ­ο­ρί­ζο­νταν για ε­ξα­γω­γή, δύ­σκο­λα με­τα­φέ­ρο­νταν στα με­γά­λα λι­μά­νια, ό­πως αυ­τό τής Πά­τρας, όπου υ­πήρ­χε η δυ­να­τό­τη­τα ελ­λι­με­νι­σμού με­γά­λων α­τμό­πλοιων, αλ­λά και η κα­τάλ­λη­λη υ­πο­δο­μή απο­θή­κευ­σης και με­τα­φόρ­τω­σης, με α­πο­τέ­λε­σμα να με­γα­λώ­νει πο­λύ το κό­στος με­τα­φο­ράς. Ως εκ τού­του, ή­ταν α­πα­ραί­τη­τη η κα­τα­σκευ­ή ε­νός δι­κτύ­ου σι­δη­ρο­δρο­μι­κών γραμ­μών, οι ο­ποί­ες θα την πε­ριέ­τρε­χαν και θα την έ­τε­μναν.
Αυ­τός ή­ταν ο λό­γος που η Πε­λο­πόν­νη­σος ή­ταν η μό­νη πε­ριο­χή της Ελ­λά­δος που α­πέ­κτη­σε σι­δη­ρο­δρο­μι­κό δί­κτυο, με την πραγ­μα­τι­κή έν­νοια του ό­ρου. 
Στις 19η Α­πρι­λί­ου 1882 ο Χα­ρί­λα­ος Τρι­κού­πης, ως Πρω­θυ­πουρ­γός πλέ­ον, υ­πο­γρά­φει μί­α σύμ­βα­ση με τον Ι. Δού­μα, διευ­θυ­ντή τής “Γε­νι­κής Πι­στω­τι­κής Τρά­πε­ζας”, αλ­λά και εκ­πρό­σω­πο ο­μί­λου Ελ­λή­νων κε­φα­λαιού­χων, για την κα­τα­σκευ­ή μο­νής με­τρι­κής σι­δη­ρο­δρο­μι­κής γραμ­μής που θα συ­νέ­δε­ε τον Πει­ραιά με την Α­θή­να, την Κό­ριν­θο, το Άρ­γος και το Ναύ­πλιο, την Κό­ριν­θο με την Πά­τρα και τον Πύρ­γο και μέ­σω Άρ­γους με τους Μύ­λους. Την 17η Ο­κτω­βρί­ου 1882 ο α­νά­δο­χος ι­δρύ­ει μί­α α­νώ­νυ­μη ε­ται­ρεί­α με την ε­πω­νυ­μί­α “Σι­δη­ρό­δρο­μοι Πει­ραιώς Α­θη­νών Πε­λο­πον­νή­σου Α.Ε.”, η ο­ποί­α και α­να­λαμ­βά­νει τη συ­νέ­χι­ση των ερ­γα­σιών κα­τα­σκευ­ής τού δι­κτύ­ου και την εκ­με­τάλ­λευ­σή του.
Σε κά­θε πε­ρί­πτω­ση, χω­ρίς τις πα­ρεμ­βά­σεις και την στρα­τη­γι­κή τού Τρι­κού­πη, ή­ταν μάλ­λον απί­θα­νο να κα­τα­σκευα­σθεί το σι­δη­ρο­δρο­μι­κό δί­κτυο της Πε­λο­πον­νή­σου, του­λά­χι­στον στη μορ­φή που α­πέ­κτη­σε τε­λι­κά. Αν μά­λι­στα δεν πα­ρεμ­βάλ­λο­νταν οι πε­ρί­ο­δοι δια­κυ­βέρ­νη­σης του κόμ­μα­τος του Θ. Δη­λη­γιάν­νη, θα εί­χε κα­τα­στεί δυ­να­τή η κα­τα­σκευ­ή πε­ρισ­σό­τε­ρων χι­λιο­μέ­τρων σι­δη­ρο­δρο­μι­κών γραμ­μών στην Πε­λο­πόν­νη­σο. 
Η ι­στο­ρί­α δι­καί­ω­σε τον Τρι­κού­πη για τις ε­πι­λο­γές του αυ­τές, α­φού οι προ­βλέ­ψεις του α­πο­δεί­χθη­καν ορ­θές. Ό­σοι δε του α­πο­δί­δουν την ευ­θύ­νη για τα προ­βλή­μα­τα που προ­κα­λεί σή­με­ρα η με­τρι­κού πλά­τους γραμ­μή (αυ­τή που ξη­λώ­νουν τώ­ρα στην πε­ριο­χή μας), α­γνο­ούν ό­τι η ευ­θύ­νη δεν βα­ρύ­νει τον Τρι­κού­πη, ο ο­ποί­ος εί­χε να ε­πι­λέ­ξει με­τα­ξύ της κα­τα­σκευ­ής ή μη σι­δη­ρο­δρο­μι­κού δι­κτύ­ου στην Ελ­λά­δα, αλ­λά στους με­τά το 1920, πο­­λι­τι­κούς και κυ­βερ­νή­σεις οι ο­ποί­ες, ε­νώ εί­χαν με­τα­βλη­θεί αρ­κε­τά οι συν­θή­κες στην χώ­ρα και εί­χε αυ­ξη­θεί η ζή­τη­ση με­τα­φο­ρι­κού έρ­γου, ού­τε εκ­συγ­χρό­νι­σαν το σι­δη­ρο­δρο­μι­κό δί­κτυο με την αλ­λα­γή του εύ­ρους σε κα­νο­νι­κού πλά­τους και άλ­λες πα­ρεμ­βά­σεις, ού­τε και το ε­πε­ξέ­τει­ναν... 
Εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ό­τι ο Τρι­κού­πης, α­ντι­κρού­ο­ντας στη Βου­λή τα ε­πι­χει­ρή­μα­τα της Α­ντι­πο­λί­τευ­σης υ­πέρ της κα­τα­σκευ­ής γραμ­μών κα­νο­νι­κού εύ­ρους, εί­πε, με­τα­ξύ άλ­λων, ό­τι ε­άν θα με­τα­βάλ­λο­νταν οι συν­θή­κες, θα ή­ταν εύ­κο­λο για την κυ­βέρ­νη­ση να με­τα­τρέ­ψει την με­τρι­κή γραμ­μή σε κα­νο­νι­κού εύ­ρους, το οποί­ο ό­μως δεν έ­κα­ναν οι κυ­βερ­νή­σεις μέσα στον ε­πό­με­νο (20ό) αιώ­να! 
Στις 8 Νο­εμ­βρί­ου 1882, λοι­πόν, αρ­χί­ζει η κα­τα­σκευ­ή του δι­κτύ­ου α­πό τον Πει­ραιά με λα­μπρή τε­λε­τή, πα­ρου­σί­α της Βα­σι­λι­κής οι­κο­γέ­νειας. Την 30ή Ιου­νί­ου 1884 πε­ρα­τώ­νε­ται η γραμ­μή μέ­χρι την Ε­λευ­σί­να και την 12η Ιου­λί­ου 1884 α­πό το Κα­λα­μά­κι (ε­κεί ό­που εί­ναι σή­με­ρα τα δι­υ­λι­στή­ρια της “Μό­τορ Ό­ϊλ”) μέ­χρι την Κό­ριν­θο. 
Ο λό­γος; Μα η α­νά­γκη να ε­νω­θεί έ­στω και σι­δη­ρο­δρο­μι­κά ο Κο­ριν­θια­κός με τον Σα­ρω­νι­κό κόλ­πο (δεν εί­χε ολοκληρωθεί α­κό­μα η διώ­ρυ­γα της Κο­ρίν­θου). 
Έ­τσι, οι ε­πι­βά­τες των πλοί­ων που έ­φθα­ναν α­πό την Ιτα­λί­α ή τα Ε­πτά­νη­σα δεν υ­πο­χρε­ώ­νο­νταν να κά­νουν το γύ­ρο τής Πε­λο­πον­νή­σου, αλ­λά α­νέ­βαι­ναν για λί­γο στο τρέ­νο και συ­νέ­χι­ζαν με άλ­λο πλοί­ο προς Πει­ραιά. 
Η δρα­στη­ριό­τη­τα αυ­τή έ­φε­ρε πλού­σια έ­σο­δα έ­ως το 1893, που λει­τούρ­γη­σε η διώ­ρυ­γα της Κο­ρίν­θου. Ας ε­πι­στρέ­ψου­με ό­μως στο 1885, ό­ταν το στρώ­σι­μο της γραμ­μής προ­χω­ρού­σε ο­μα­λά μέ­χρι που έ­φθα­σε η γραμ­μή α­πό τον Πει­ραιά έ­ως την Κό­ριν­θο. Τό­τε άρ­χι­σαν να εμ­φα­νί­ζο­νται τα πρώ­τα ζό­ρια... Κά­ποιοι ερ­γο­λά­βοι δη­λώ­νουν α­δυ­να­μί­α να συ­νε­χί­σουν, ε­νώ τα δια­θέ­σι­μα της ε­ται­ρεί­ας αρ­χί­ζουν να ε­ξα­ντλού­νται. Νέ­α δά­νεια συ­νά­πτο­νται, ερ­γο­λά­βοι πλη­ρώ­νο­νται με με­το­χές.

(Αναπόφευκτος, εδώ, ο συνει­ρμός με τα σημερινά προβλήματα -των σε εξέλιξη εργολαβιών-, ο οποί­ος μάς οδη­γεί στη διαπί­στω­ση, ότι: στην Ελλάδα ...Ποτέ Δεν Πε­θαί­νει η διαχρονικότητα της “πολιτικής - οικονομικής μιζέ­ριας”!).
Την 11η Α­πρι­λί­ου 1885 α­πο­πε­ρα­τώ­νε­ται και το ελ­λεί­πον τμή­μα α­πό την Ε­λευ­σί­να μέ­χρι το Κα­λα­μά­κι. Την 19η Σε­πτεμ­βρί­ου 1885 η γραμ­μή φθά­νει στο Κιά­το, την 15η Α­πρι­λί­ου 1886 στο Ναύ­πλιο, την 4η Αυ­γού­στου 1886 στους Μύ­λους και την 10η Δε­κεμ­βρί­ου 1887 (με κα­θυ­στέ­ρη­ση ε­νός έ­τους πε­ρί­που!!!) στην Πά­τρα. Πα­ρά τις κα­θυ­στε­ρή­σεις, ή και ε­ξαι­τί­ας αυ­τών, ο Τρι­κού­πης προ­τεί­νει τον Α­πρί­λιο του 1887 ε­πέ­κτα­ση του δι­κτύ­ου με κα­τα­σκευ­ή γραμ­μής α­πό τους Μύ­λους προς Κα­λα­μά­τα εξ ο­λο­κλή­ρου α­πό το Δη­μό­σιο. 
 Το 1889 πα­ρα­χω­ρεί­ται στους ΣΠΑΠ η κα­τα­σκευ­ή και εκ­με­τάλ­λευ­ση γραμ­μής ο­δο­ντω­τού σι­δη­ρο­δρό­μου που θα συν­δέ­σει το Δια­κο­φτό με τα Κα­λά­βρυ­τα, και ο­λοκλη­ρώ­νε­ται το 1896. Το 1904 η γραμ­μή ε­πε­κτεί­νε­ται α­πό τον σταθ­μό της Κα­λα­μά­τας μέ­χρι το λι­μά­νι. Έ­τσι ο­λο­κλη­ρώ­νε­ται, με­τά α­πό πολ­λές πε­ρι­πέ­τειες και κα­θυ­στε­ρή­σεις, το δί­κτυο της Πε­λο­πον­νή­σου, ό­πως υ­φί­στα­ται σή­με­ρα.
Οι προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νες ό­μως α­πό τον Τρι­κού­πη γραμ­μές, Κα­λά­βρυ­τα - Τρί­πο­λη, Κυ­πα­ρι­σί­α - Πύ­λος και Ο­λυ­μπί­α - Κα­ρύ­ται­να - Λε­ο­ντά­ρι - Σπάρ­τη - Γύ­θειο, δεν κα­τα­σκευά­σθη­καν πο­τέ.... 

Εν κα­τα­κλεί­δει: Α­φή­νου­με κε­νή την η­με­ρο­μη­νί­α πα­ρά­δο­σης τού νέ­ου σύγ­χρο­νου (η­λε­κτρο­κί­νη­του) τρέ­νου μέ­χρι την Πά­τρα.

Ο ι­στο­ρι­κός του μέλ­λο­ντος σί­γου­ρα θα την κα­τα­γρά­ψει! 
Ξε­μπλο­κά­ρι­σε (προ­σω­ρι­νά) το τρέ­νο… Μή­πως, όμως, χρειά­ζε­ται πο­λι­τι­κή πα­ρέμ­βα­ση για να φτά­σει (έ­στω) στο Κρά­θιο; Κα­θο­ρι­στι­κός μή­νας ο Σε­πτέμ­βριος, εί­χα­με α­να­φέ­ρει σε προ­η­γού­με­νο φύλ­λο τού “Φ” [Φεβ. 2010], για το τι μέλ­λει γεν­νέ­σθαι με τα “βαλ­τω­μέ­να” σι­δη­ρο­δρο­μι­κά έρ­γα. Και πράγ­μα­τι ε­πι­βε­βαιω­θή­κα­με. 
Τέ­λη Σε­πτεμ­βρί­ου 2010, δό­θη­κε “πρά­σι­νο” φως και η κα­τα­σκευα­στι­κή “μη­χα­νή” συ­νέ­χι­σε τα έρ­γα και στο τμή­μα α­πό Μαύ­ρα Λι­θά­ρια μέ­χρι Κριό. 
Παρ’ ό­λα αυ­τά, όμως, το μέλ­λον τού έρ­γου ε­ξα­κο­λου­θεί να πα­ρα­μέ­νει α­βέ­βαιο, α­φού τέ­λος του χρό­νου (σε δύ­ο μή­νες) τε­λειώ­νει η σύμ­βα­ση κα­τα­σκευ­ής, και πα­ρα­μέ­νει ά­γνω­στο το, πώς θα προ­χω­ρή­σουν οι ερ­γα­σί­ες. Ε­δώ, φυ­σι­κά, χρειά­ζε­ται δυ­να­μι­κή το­πι­κή (πο­λι­τι­κή) πα­ρέμ­βα­ση, ώ­στε να ο­λο­κλη­ρω­θεί το δί­κτυο του­λά­χι­στον μέ­χρι τον σταθ­μό τού Κρα­θί­ου, για­τί αν πε­ρι­μέ­νου­με πό­τε θα φτά­σει στη Ρο­δο­δάφ­νη (Αί­γιο), θα πε­ρά­σουν χρό­νια…