Αύγουστος 2009
Δεν κρύβει πάντα εκπλήξεις το πρωινό καφεδάκι στην πλατεία της Αιγείρας. Συνιστάται όμως ανεπιφύλακτα από τους μόνιμους αλλά και τους καλοκαιρινούς θαμώνες του χώρου.
Είναι, όπως επιμένουν να λένε, ό,τι καλύτερο για ένα ευχάριστο ξεκίνημα της ημέρας.
Όμως, εκείνο το πρωί γύρω στα μέσα του Ιουλίου, ήταν σε κάθε περίπτωση διαφορετικό.
Αρκετά νωρίς βρέθηκα στην πλατεία απολαμβάνοντας, μαζί με τον καφέ, τις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις τής διπλανής παρέας, τα δυνατά κτυπήματα στα πούλια από το ντέρμπι τού τάβλι των παραδίπλα και όλα εκείνα που σε κάνουν να χαίρεσαι την ανέμελη καλοκαιρινή ζωή τού χωριού.
Με αυτά και με αυτά, δεν αντιλήφθηκα μια νέα παρέα που είχε εισχωρήσει στο «άβατο» και «μυστικό» ησυχαστήριό μας…
Παραγγέλνοντας τον καφέ τους, άκουσα να ζητούν και κάποιες «εξειδικευμένες» πληροφορίες για την περιοχή. Με αφορμή το γεγονός αυτό, βρεθήκαμε «ομοτράπεζοι» και φυσικά ξεκίνησαν οι συστάσεις. Το ζευγάρι με τις δύο κόρες τους, ερχόταν από τη Λάρισα και είχαν βάλει στον χάρτη των διακοπών τους το γύρο τής Πελοποννήσου.
Έτσι, όταν άρχισαν να με ρωτούν για την αρχαία Ολυμπία, τα σπήλαια Δυρού κ.α., τους εξέφρασα την απορία μου.
–Βλέπω ότι έχετε πολύ δρόμο μπροστά σας, και είμαι βέβαιος ότι τυχαία επιλέξατε την πλατεία τού χωριού μας για τη μικρή αυτή στάση.
Η κυρία χαμογέλασε και με μία ερώτησή της, θέλησε να ικανοποιήσει την περιέργειά μου. –Το σχολείο τής Αιγείρας δεν λειτουργεί πλέον εκεί πάνω, στην ανηφόρα προς τα Μάρμαρα; Επισκεφθήκαμε πριν λίγο το χώρο και παρατήρησα ότι χρησιμοποιείται από κάποιες άλλες υπηρεσίες. Ξέρετε, είμαι εκπαιδευτικός και θέλησα να δείξω στην οικογένειά μου το σχολείο που πήγαινα όταν ήμουνα μικρή…
–Μα ποια είναι η σχέση σας με την περιοχή, τη ρώτησα έκπληκτος, παρακολουθώντας παράλληλα και το βλέμμα της να παρατηρεί με μία αδιόρατη συγκίνηση ένα ένα τα κτήρια γύρω από το σταθμό του τρένου.
Αφήνοντας για λίγο ακόμα ανικανοποίητες τις απορίες μου, συνέχισε.
–Άλλαξε αρκετά η Αιγείρα, πολλά όμως έχουν παραμείνει όπως τα θυμάμαι τότε, λίγο πριν φύγουμε από εδώ, στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
-Να, εδώ πιο πέρα είδα και το σπίτι που κατοικούσαμε μόλις πρωτοήρθαμε. Προηγουμένως φωτογραφηθήκαμε έξω από αυτό. Πολύ συγκινήθηκα. Ξέρεις τι είναι να έρχεσαι σε έναν τόπο και να ξυπνούν μέσα σου οι αναμνήσεις των παιδικών σου χρόνων!
-Θυμάμαι τους δασκάλους που είχα τότε, την Τσάνα, την Ιφιγένεια, τον Δήμου, διόρθωσέ με αν δεν λέω σωστά τα ονόματά τους, έχουν περάσει και 35 περίπου χρόνια από τότε.
-Αλήθεια, ξέχασα να πω ότι για ένα μεγάλο διάστημα μείναμε και στο σπίτι κάποιου Μίχαλου, το οποίο ήταν ακριβώς δίπλα από τον δρόμο που φτιάχνανε και κάθε πρωί ο πατέρας μου με δυό βήματα έπιανε δουλεία. Υπάρχει ακόμα αυτό το κτήριο, γιατί τότε άκουγα από τους δικούς μου ότι σύντομα θα το κατεδαφίζανε; Πολύ θα ήθελα να το ξανάβλεπα.
Αμέσως κατάλαβα ποιο ακριβώς οίκημα εννοούσε και της πρότεινα την επιβεβλημένη επίσκεψη στο Δημαρχείο τού Δήμου Αιγείρας, αφού αυτή ήταν η κατοικία της εκείνη την εποχή...!
Η αφήγησή της είχε αποκτήσει τεράστιο ενδιαφέρον και έτσι αποφάσισα να μη διακόψω πλέον τη νοσταλγική περιπλάνησή της στις γειτονιές τού χωριού. Στην αρκετή ώρα που μας πήρε να ξετυλίξουμε το κουβάρι των αναμνήσεων στην Αιγείρα των αρχών της δεκαετίας του ’70, ελάχιστες ήταν οι παρεμβάσεις μου για διορθώσεις σε ονόματα και τοπωνύμια της περιοχής. Τα βιώματα της μαθήτριας του Δημοτικού σχολείου από τη ζωή τής τότε Αιγείρας, ήταν καλά φυλαγμένα μέσα της…
Με ρώτησε για μία συμμαθήτριά της την Έλλη, τον Τριαντάφυλλο (τον συχωρεμένο) που ήτανε στο καφενείο όπου σύχναζε ο πατέρας της μαζί με πολλούς συναδέλφους του εργαζόμενους στην Τ.Ε.Β. και πολλά άλλα.
Ναι, όπως καταλάβατε, ο πατέρας της ήρθε στην περιοχή μαζί με εκατοντάδες άλλους εργαζόμενους στην Τεχνική Εταιρεία Βόλου.
Γύρω στο 1965 εγκαταστάθηκε στο δέλτα του ποταμού Κριού η Τ.Ε.Β. η οποία είχε αναλάβει την κατασκευή του τμήματος της Νέας Εθνικής Οδού από το Κράθιο μέχρι σχεδόν το Ξυλόκαστρο.
Σίγουρα, ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός για την Αιγείρα, το οποίο άλλαξε ριζικά την αναπτυξιακή της πορεία.
Ήταν το μεγάλο «μπαμ» για το μικρό χωριό μας. Το πλήθος, από μηχανικούς, τεχνικούς, οδηγούς, εργάτες και όλα τα μεγάλα στελέχη τής Τ.Ε.Β. που εγκαταστάθηκαν εδώ μαζί με τις οικογένειές τους, προξένησε μια ξαφνική οικιστική και εμπορική έκρηξη, δημιούργησε τις προϋποθέσεις στο να μεταμορφωθεί η Αιγείρα από ένα μικρό παραλιακό χωριό σε μία πολλά υποσχόμενη αναπτυξιακά κωμόπολη. Πορεία, που συνεχίστηκε ανοδικά μέχρι τις αρχές τής δεκαετίας του ’80, κατατάσσοντας την Αιγείρα σε ένα δημοφιλή και αναγνωρίσιμο (τότε) προορισμό καλοκαιρινών διακοπών.
Εκτός των άλλων, στην Αιγείρα κατασκευάσθηκε και ένα αξιόλογο περιφερειακό οδικό δίκτυο, ως αποζημίωση στις όποιες (αρκετές) παράπλευρες απώλειες που δημιούργησαν τα έργα που διήρκεσαν για δέκα περίπου χρόνια.
«Μεγάλωσε» και το σχολείο μας τότε. Σίγουρα δεν υπάρχει μαθητής εκείνης της περιόδου που να μη θυμάται στο διπλανό θρανίο παιδιά από το Βόλο, τη Λάρισα, την Άρτα και από άλλα μέρη της κεντρικής ως επί το πλείστον Ελλάδας.
Άφησα για λίγο από το μυαλό μου την ιστορικο-κοινωνική ανάλυση εκείνης της περιόδου, και απευθύνθηκα στη συνομιλήτριά μου:
–Εδώ και χρόνια ψάχνω φωτογραφικό υλικό για τα έργα της εταιρείας στην περιοχή, μάλιστα έψαξα τα παιδιά του αείμνηστου Τρίχα -του ιδιοκτήτη τής πάλαι ποτέ ΤΕΒ- για να ζητήσω στοιχεία για μία εφ’ όλης της ύλης ιστορική έρευνα που θα ξεκινούσα, αλλά «άνθρακες ο θησαυρός».
–Μόλις επιστρέψουμε στη Λάρισα, θα σου στείλω εγώ όσες σχετικές φωτογραφίες έχω στο οικογενειακό μας αρχείο. Ο πατέρας μου, ο Γεώργιος Λουλούδης, ήταν χειριστής οδοστρωτήρα, και οι φωτογραφίες δείχνουν έργα στα Μαύρα Λιθάρια, στον περιφερειακό των Μαρμάρων και αλλού. Εύχομαι να σου φανούν χρήσιμες.
Ευχαρίστησα θερμά την κ. Γεωργία Λουλούδη για όλη αυτή την όμορφη αναπόληση του «μακρινού» παρελθόντος, προσφέροντάς της το βιβλίο μου «Αρμενίζοντας προς το Αμερικανικό όνειρο» ως ένα συμβολικό αναμνηστικό από το χωριό των παιδικών της χρόνων.
Με αποχαιρέτησαν συγκινημένοι και πολύ χαρούμενοι για τη συνάντηση αυτή. Σε λίγα λεπτά η οικογένεια, περπατώντας δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή, χάθηκε από το βλέμμα μου. Ήμουν σίγουρος ότι κατευθύνθηκαν προς το Δημαρχείο τής Αιγείρας…Κ.Ρ.
Δεν κρύβει πάντα εκπλήξεις το πρωινό καφεδάκι στην πλατεία της Αιγείρας. Συνιστάται όμως ανεπιφύλακτα από τους μόνιμους αλλά και τους καλοκαιρινούς θαμώνες του χώρου.
Είναι, όπως επιμένουν να λένε, ό,τι καλύτερο για ένα ευχάριστο ξεκίνημα της ημέρας.
Όμως, εκείνο το πρωί γύρω στα μέσα του Ιουλίου, ήταν σε κάθε περίπτωση διαφορετικό.
Αρκετά νωρίς βρέθηκα στην πλατεία απολαμβάνοντας, μαζί με τον καφέ, τις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις τής διπλανής παρέας, τα δυνατά κτυπήματα στα πούλια από το ντέρμπι τού τάβλι των παραδίπλα και όλα εκείνα που σε κάνουν να χαίρεσαι την ανέμελη καλοκαιρινή ζωή τού χωριού.
Με αυτά και με αυτά, δεν αντιλήφθηκα μια νέα παρέα που είχε εισχωρήσει στο «άβατο» και «μυστικό» ησυχαστήριό μας…
Παραγγέλνοντας τον καφέ τους, άκουσα να ζητούν και κάποιες «εξειδικευμένες» πληροφορίες για την περιοχή. Με αφορμή το γεγονός αυτό, βρεθήκαμε «ομοτράπεζοι» και φυσικά ξεκίνησαν οι συστάσεις. Το ζευγάρι με τις δύο κόρες τους, ερχόταν από τη Λάρισα και είχαν βάλει στον χάρτη των διακοπών τους το γύρο τής Πελοποννήσου.
Έτσι, όταν άρχισαν να με ρωτούν για την αρχαία Ολυμπία, τα σπήλαια Δυρού κ.α., τους εξέφρασα την απορία μου.
–Βλέπω ότι έχετε πολύ δρόμο μπροστά σας, και είμαι βέβαιος ότι τυχαία επιλέξατε την πλατεία τού χωριού μας για τη μικρή αυτή στάση.
Η κυρία χαμογέλασε και με μία ερώτησή της, θέλησε να ικανοποιήσει την περιέργειά μου. –Το σχολείο τής Αιγείρας δεν λειτουργεί πλέον εκεί πάνω, στην ανηφόρα προς τα Μάρμαρα; Επισκεφθήκαμε πριν λίγο το χώρο και παρατήρησα ότι χρησιμοποιείται από κάποιες άλλες υπηρεσίες. Ξέρετε, είμαι εκπαιδευτικός και θέλησα να δείξω στην οικογένειά μου το σχολείο που πήγαινα όταν ήμουνα μικρή…
–Μα ποια είναι η σχέση σας με την περιοχή, τη ρώτησα έκπληκτος, παρακολουθώντας παράλληλα και το βλέμμα της να παρατηρεί με μία αδιόρατη συγκίνηση ένα ένα τα κτήρια γύρω από το σταθμό του τρένου.
Αφήνοντας για λίγο ακόμα ανικανοποίητες τις απορίες μου, συνέχισε.
–Άλλαξε αρκετά η Αιγείρα, πολλά όμως έχουν παραμείνει όπως τα θυμάμαι τότε, λίγο πριν φύγουμε από εδώ, στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
-Να, εδώ πιο πέρα είδα και το σπίτι που κατοικούσαμε μόλις πρωτοήρθαμε. Προηγουμένως φωτογραφηθήκαμε έξω από αυτό. Πολύ συγκινήθηκα. Ξέρεις τι είναι να έρχεσαι σε έναν τόπο και να ξυπνούν μέσα σου οι αναμνήσεις των παιδικών σου χρόνων!
-Θυμάμαι τους δασκάλους που είχα τότε, την Τσάνα, την Ιφιγένεια, τον Δήμου, διόρθωσέ με αν δεν λέω σωστά τα ονόματά τους, έχουν περάσει και 35 περίπου χρόνια από τότε.
-Αλήθεια, ξέχασα να πω ότι για ένα μεγάλο διάστημα μείναμε και στο σπίτι κάποιου Μίχαλου, το οποίο ήταν ακριβώς δίπλα από τον δρόμο που φτιάχνανε και κάθε πρωί ο πατέρας μου με δυό βήματα έπιανε δουλεία. Υπάρχει ακόμα αυτό το κτήριο, γιατί τότε άκουγα από τους δικούς μου ότι σύντομα θα το κατεδαφίζανε; Πολύ θα ήθελα να το ξανάβλεπα.
Αμέσως κατάλαβα ποιο ακριβώς οίκημα εννοούσε και της πρότεινα την επιβεβλημένη επίσκεψη στο Δημαρχείο τού Δήμου Αιγείρας, αφού αυτή ήταν η κατοικία της εκείνη την εποχή...!
Η αφήγησή της είχε αποκτήσει τεράστιο ενδιαφέρον και έτσι αποφάσισα να μη διακόψω πλέον τη νοσταλγική περιπλάνησή της στις γειτονιές τού χωριού. Στην αρκετή ώρα που μας πήρε να ξετυλίξουμε το κουβάρι των αναμνήσεων στην Αιγείρα των αρχών της δεκαετίας του ’70, ελάχιστες ήταν οι παρεμβάσεις μου για διορθώσεις σε ονόματα και τοπωνύμια της περιοχής. Τα βιώματα της μαθήτριας του Δημοτικού σχολείου από τη ζωή τής τότε Αιγείρας, ήταν καλά φυλαγμένα μέσα της…
Με ρώτησε για μία συμμαθήτριά της την Έλλη, τον Τριαντάφυλλο (τον συχωρεμένο) που ήτανε στο καφενείο όπου σύχναζε ο πατέρας της μαζί με πολλούς συναδέλφους του εργαζόμενους στην Τ.Ε.Β. και πολλά άλλα.
Ναι, όπως καταλάβατε, ο πατέρας της ήρθε στην περιοχή μαζί με εκατοντάδες άλλους εργαζόμενους στην Τεχνική Εταιρεία Βόλου.
Γύρω στο 1965 εγκαταστάθηκε στο δέλτα του ποταμού Κριού η Τ.Ε.Β. η οποία είχε αναλάβει την κατασκευή του τμήματος της Νέας Εθνικής Οδού από το Κράθιο μέχρι σχεδόν το Ξυλόκαστρο.
Σίγουρα, ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός για την Αιγείρα, το οποίο άλλαξε ριζικά την αναπτυξιακή της πορεία.
Ήταν το μεγάλο «μπαμ» για το μικρό χωριό μας. Το πλήθος, από μηχανικούς, τεχνικούς, οδηγούς, εργάτες και όλα τα μεγάλα στελέχη τής Τ.Ε.Β. που εγκαταστάθηκαν εδώ μαζί με τις οικογένειές τους, προξένησε μια ξαφνική οικιστική και εμπορική έκρηξη, δημιούργησε τις προϋποθέσεις στο να μεταμορφωθεί η Αιγείρα από ένα μικρό παραλιακό χωριό σε μία πολλά υποσχόμενη αναπτυξιακά κωμόπολη. Πορεία, που συνεχίστηκε ανοδικά μέχρι τις αρχές τής δεκαετίας του ’80, κατατάσσοντας την Αιγείρα σε ένα δημοφιλή και αναγνωρίσιμο (τότε) προορισμό καλοκαιρινών διακοπών.
Εκτός των άλλων, στην Αιγείρα κατασκευάσθηκε και ένα αξιόλογο περιφερειακό οδικό δίκτυο, ως αποζημίωση στις όποιες (αρκετές) παράπλευρες απώλειες που δημιούργησαν τα έργα που διήρκεσαν για δέκα περίπου χρόνια.
«Μεγάλωσε» και το σχολείο μας τότε. Σίγουρα δεν υπάρχει μαθητής εκείνης της περιόδου που να μη θυμάται στο διπλανό θρανίο παιδιά από το Βόλο, τη Λάρισα, την Άρτα και από άλλα μέρη της κεντρικής ως επί το πλείστον Ελλάδας.
Άφησα για λίγο από το μυαλό μου την ιστορικο-κοινωνική ανάλυση εκείνης της περιόδου, και απευθύνθηκα στη συνομιλήτριά μου:
–Εδώ και χρόνια ψάχνω φωτογραφικό υλικό για τα έργα της εταιρείας στην περιοχή, μάλιστα έψαξα τα παιδιά του αείμνηστου Τρίχα -του ιδιοκτήτη τής πάλαι ποτέ ΤΕΒ- για να ζητήσω στοιχεία για μία εφ’ όλης της ύλης ιστορική έρευνα που θα ξεκινούσα, αλλά «άνθρακες ο θησαυρός».
–Μόλις επιστρέψουμε στη Λάρισα, θα σου στείλω εγώ όσες σχετικές φωτογραφίες έχω στο οικογενειακό μας αρχείο. Ο πατέρας μου, ο Γεώργιος Λουλούδης, ήταν χειριστής οδοστρωτήρα, και οι φωτογραφίες δείχνουν έργα στα Μαύρα Λιθάρια, στον περιφερειακό των Μαρμάρων και αλλού. Εύχομαι να σου φανούν χρήσιμες.
Ευχαρίστησα θερμά την κ. Γεωργία Λουλούδη για όλη αυτή την όμορφη αναπόληση του «μακρινού» παρελθόντος, προσφέροντάς της το βιβλίο μου «Αρμενίζοντας προς το Αμερικανικό όνειρο» ως ένα συμβολικό αναμνηστικό από το χωριό των παιδικών της χρόνων.
Με αποχαιρέτησαν συγκινημένοι και πολύ χαρούμενοι για τη συνάντηση αυτή. Σε λίγα λεπτά η οικογένεια, περπατώντας δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή, χάθηκε από το βλέμμα μου. Ήμουν σίγουρος ότι κατευθύνθηκαν προς το Δημαρχείο τής Αιγείρας…Κ.Ρ.
----------------------------------------------------------------------------------------
Απάντηση: Με το βλέμμα τής Λαρισαίας-"Αιγειράτισσας" Γεωργίας Λουλούδη
Μετά από έναν έντονο και γεμάτο με υποχρεώσεις χειμώνα, έφτασε το καλοκαίρι του 2009. Εποχή ξεκούρασης και διακοπών. Έτσι, ένα Σαββατιάτικο πρωινό που πίναμε το καφεδάκι στη βεράντα μας, ατενίζοντας την όμορφη γειτονιά τής Λάρισας, ετέθη το εξής ερώτημα:
- Πού και πότε θα πάμε διακοπές φέτος; Πρέπει να το ρυθμίσουμε για να δηλώσω την άδειά μου, είπε ο σύζυγος αποφασιστικά. Αφού ορίστηκε η ημερομηνία, έπρεπε να κανονίσουμε “πού” θα πηγαίναμε.
- Ξέρεις... εδώ κα δύο χρόνια λέμε να πάμε προς την Πελοπόννησο και το αναβάλαμε. Δεν πάμε προς εκεί κάτω; Συνέχισε ο σύζυγος. Τα μάτια μου άστραψαν και η καρδιά μου φτερούγισε. Συμφώνησα αμέσως.
- Θα περάσουμε οπωσδήποτε από τις περιοχές που έζησα, τους είπα και ανυπομονούσα να ‘ρθει εκείνη η ώρα που θα πατούσα το πόδι μου εκεί (μετά από 35 χρόνια...)!!!
- Ήμουν μηνών ακόμα όταν η Τ.Ε.Β. όπου δούλευε ο πατέρας μου μεταφέρθηκε στην Πελοπόννησο για την κατασκευή των Εθνικών δρόμων.
Έτσι εγκατασταθήκαμε στο Δερβένι. Από εκεί δεν θυμάμαι και πολλά γιατί ήμουν πολύ μικρή.
Αργότερα μεταφερθήκαμε στην Αιγείρα. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτόν μου. Εκεί έκανα τα πρώτα μου βήματα, εκεί είπα τα πρώτα μου λογάκια, έμαθα τα πρώτα μου γράμματα, έκανα τις πρώτες μου φιλίες. Από αυτό το μικρό (τότε) χωριό έχω τις παιδικές μου αναμνήσεις.
Φθάνοντας εκεί, τα μάτια μου βούρκωσαν. Η περιοχή άλλαξε. Το χωριό “μεγάλωσε”, όπως μεγάλωσα κι εγώ.
Μπαίνοντας στην Αιγείρα, στο δρόμο που κάποτε ήταν λίγα σπίτια, υπήρχαν πολλές νέες οικοδομές και οι ρυθμοί τής ζωής ήταν διαφορετικοί.
Να! Στ’ αριστερά η Εκκλησία. Στο προαύλιό της συγκεντρωνόμαστε όλα τα παιδιά τού σχολείου κάθε Κυριακή, για ν’ ακούσουμε τη λειτουργία και να πάρουμε αντίδωρο.
Προχωρήσαμε επάνω, προς το δρόμο των Μαρμάρων. Έφθασα στο σχολείο. Μπήκα στην αυλή του και ένιωσα παιδί. Πήγα και στάθηκα στην ίδια θέση που στεκόμουν τότε “όντας πρωτάκι” στη συγκέντρωση της πρωινής προσευχής, μπροστά στον ιστό τής σημαίας. “Ήμουν” ανάμεσα στους συμμαθητές μου. Έβλεπα τη δασκάλα μου την κ. Τσάνα και δίπλα της την κ. Ιφιγένεια και τον κ. Δήμου, που είχαν τις μεγαλύτερες τάξεις. “Ζούσα” τα παιχνίδια που παίζαμε στα διαλείμματα, τα πειράγματα, τις σκανδαλιές...
Δεν ξέρω πόση ώρα στεκόμουν εκεί στην ίδια θέση, όταν άκουσα τη φωνή τής κόρη μου που με επανέφερε... στην πραγματικότητα.
- Μαμά, τι κάνεις εκεί τόση ώρα;
Επανήλθα στο παρόν και άρχισα να πλησιάζω στα παράθυρα του σχολείου. Κοιτάζοντας μέσα, διαπίστωσα ότι το οίκημα χρησιμοποιείται τώρα από άλλες υπηρεσίες. Για μένα όμως θα είναι το σχολείο μου!
Αγναντεύοντας από εκεί ψηλά, έψαχνα με τη ματιά μου να βρω το πρώτο σπίτι που μέναμε και που ήταν δίπλα στον περιφερειακό δρόμο. Του κ. Μιχάλη. Εκεί μέναμε πριν εγώ ξεκινήσω το σχολείο. Μου άρεσε πολύ η αυλή με τα λουλούδια, όπου ευχαριστιόμουν να παίζω. Θυμάμαι πολύ έντονα τη σπιτονοικοκυρά μου, την κ. Πολυτίμη με τον ωραίο κότσο στα μαλλιά της, μια πρόσχαρη και καλή γυναίκα. Δεν κατάφερα όμως να το εντοπίσω. Αργότερα πληροφορήθηκα ότι τώρα είναι το Δημαρχείο τής Αιγείρας και φυσικά το είδα στη νέα του μορφή.
Φτάσαμε στην πλατεία του χωριού.
Λίγο πιο κάτω, κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών, ήταν και είναι το σπίτι της κ. Παναγούλας. Εκεί μείναμε για πολλά χρόνια μέχρι που φύγαμε. Η παλιά μου γειτονιά παρέμεινε ίδια με ελάχιστες αλλαγές. Όπως χαράχθηκε τότε στο παιδικό μυαλό. Το σπίτι όμως ήταν έρημο. Κανείς από τους ενοίκους δεν ήταν εκεί... Ούτε ο κυρ’ Διονύσης ο σιδεράς που με ξυπνούσε κάθε πρωί με τον ήχο που έκανε το σφυρί πάνω στο αμόνι. Ούτε ο κυρ’ Καραγιάννης (συνάδελφος του πατέρα μου) με την οικογένειά του που έμενε στο μπροστινό τμήμα του σπιτιού. Ούτε οι γονείς μου (Γεώργιος και Αλεξάνδρα Λουλούδη). Όμως, εγώ ήμουν εκεί με την οικογένειά μου και τους “έβλεπα” παντού!!!
Έβλεπα τον πατέρα μου να γυρίζει απ’ τη δουλειά του κι εγώ, μικρό κοριτσάκι, να τον περιμένω στα σκαλιά του σπιτιού. Έβλεπα τη μητέρα μου να με κρατά απ’ το χέρι και να πηγαίνουμε για τα πρωινά ψώνια και αργότερα όταν μεγάλωσα κι άλλο το καθημερινό σχολικό δρομολόγιο. Περπατούσα μαζί τους, στην απογευματινή βόλτα στην πλατεία και κάθε Πέμπτη πηγαίναμε στο ζαχαροπλαστείο τού Πολύβιου για το πεντανόστημο γαλακτομπούρεκο, αλλά και να δούμε φυσικά τη συνέχεια της σειράς “Άγνωστος πόλεμος”, αφού ήταν το μοναδικό μαγαζί που είχε τηλεόραση τότε. Και μετά....
- Μαμά, πάλι έφυγες;! Δεν βλέπω να πίνεις καφέ σήμερα!!! φώναξε γελώντας η μικρή μου κόρη η Αλεξάνδρα. Χωρίς να μπορώ να απαντήσω από τη συγκίνηση κατευθυνθήκαμε στο καφενείο τής πλατείας, όπου σύχναζε ο πατέρας μου και οι συνάδελφοί του και που το γλυκό κερασάκι τότε μου φαινόταν εκλεκτή λιχουδιά.
Καθίσαμε σ’ ένα τραπεζάκι και παραγγείλαμε καφέ. Οι λιγοστές παρέες τού καφενείου συζητούσαν και αστειεύονταν μεταξύ τους. Εγώ όμως καθόμουν σ’ αναμμένα κάρβουνα.
Ήθελα να ρωτήσω... Να μάθω... Να μιλήσω τέλος πάντων με κάποιον που θα μπορούσε να μου δώσει πληροφορίες. Όχι τόσο για τη συνέχιση του ταξιδιού μας, όσο για τους ανθρώπους που γνώρισα τότε και που τα πρόσωπά τους έχουν ακόμη τόσο ζωντανά στη μνήμη του!
Εξακολουθώντας να φοράω τα σκούρα γυαλιά, για να μην φαίνονται τα δακρυσμένα μάτια μου, αποφάσισα να μάθω τα “νέα” για την Αιγείρα των παιδικών μου χρόνων...
Ρώτησα την ευγενική κυρία που μας σέρβιρε κάποιες πληροφορίες. Εκείνη μας παρέπεμψε στον κύριο της μπροστινής παρέας, ο οποίος προθυμοποιήθηκε να μας βοηθήσει. Αφού προηγήθηκαν οι τυπικές συστάσεις λύθηκε η γλώσσα μου...
Ο συνομιλητής μου, ο κ. Κώστας Ρόζος, εξέφρασε στην αρχή απορία για τις ερωτήσεις μου, στη συνέχεια όμως ξεκαθάρισαν όλα. Έτσι βρεθήκαμε να μιλάμε για κοινούς γνωστούς, συμμαθητές και τους γονείς μου. Δεν φαντάζεστε πώς ένιωσα...
Ανάμεικτα συναισθήματα χαράς, συγκίνησης και λύπης όταν πληροφορήθηκα ότι κάποιοι από τους ανθρώπους που γνώρισα τότε, δεν είναι πια στη ζωή.
Και ενώ η συζήτηση προχωρούσε, ο συνομιλητής μου μού είπε ότι εδώ και χρόνια έψαχνε φωτογραφικό υλικό για τα οδικά έργα εκείνης της εποχής, ακόμα και από τα παιδιά τού τότε ιδιοκτήτη της ΤΕΒ, χωρίς αποτέλεσμα. Του υποσχέθηκα ότι όταν θα επέστρεφα στη Λάρισα, θα του έστελνα ότι σχετικές φωτογραφίες είχα στο οικογενειακό μου αρχείο.
Έτσι και έγινε. Όταν λίγες μέρες αργότερα είδα στον “Φρουρό” αυτό το φωτογραφικό υλικό, χάρηκα πάρα πολύ που μπόρεσα να βοηθήσω έστω και λίγο στις ιστορικές αναζητήσεις τής Αιγειράτικης εφημερίδας.
Για μένα ήταν ένα είδος τελετής...
Ένα μνημόσυνο αν θέλετε, προς τους γονείς μου, προς τους συναδέλφους του πατέρα μου, καθώς και στους ανθρώπους τής Αιγείρας που είχα γνωρίσει και δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή.
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Κώστα Ρόζο, για την ωραία αναπόληση του μακρινού παρελθόντος, για την τιμητική προσφορά τού βιβλίου του “Αρμενίζοντας προς το Αμερικανικό όνειρο”, καθώς και την τιμή που μου έκανε, να αναφερθεί στην όμορφη και αναπάντεχη συνάντησή μας μέσα από τις σελίδες τής εφημερίδας του.
Δεν είναι λίγο να γυρνάς τριάντα πέντε χρόνια πίσω και να διαπιστώνεις ότι είναι αναπόφευκτο να μη σβήνει ποτέ από τη μνήμη σου, η αγάπη και η νοσταλγία για τον τόπο των παιδικών σου χρόνων!!! Με φιλικούς Χαιρετισμούς Γεωργία Λουλούδη - Λάρισα
------------------------------------------------------------------------------------------
Η Τ.Ε.Β. στο διάστημα 1959 - 1976 ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα στην κατασκευή μεγάλων έργων υποδομής της εποχής και ιδιαίτερα μεγάλων αρδευτικών έργων και έργων οδοποιίας - γεφυροποιίας. Ανάμεσά τους ήταν τμήματα των εθνικών οδών Λαμίας - Λάρισας και Κορίνθου - Πατρών, η γέφυρα Ρυμνίου και τα αρδευτικά δίκτυα Ταυρωπού).
Μεταξύ των 25 μεγάλων έργων. που ανέλαβε η Τεχνική Εταιρεία Βόλου του Βασίλειου Τρίχα, ήταν η Κατασκευή της Νέας Εθνικής Οδού {Αθηνών- Κορίνθου-Πατρών}, στο τμήμα από το Στόμιον (Νομός Κορινθίας) έως Τον ποταμό Κράθι ( Νομός Αχαΐας, ένα έργο κόστους 300 εκατομμύρια δρχ. περίπου.
"Στρατηγείο" της εταιρείας έγινε η Αιγείρα (1963 - 1974), με το κεντρικό Εργοτάξιο το που στήθηκε στην παραποτάμια περιοχή του Κριού, και τα γραφεία των μηχανικών - λογιστηρίου στην Οδό Φελλόης.
Ο Βασίλειος Τρίχας γεννήθηκε στο Βόλο (1910-1976) και αποτελεί ένα παράδειγμα πολιτικού μηχανικού που συμμετείχε στην οικονομική ανασυγκρότηση της μεταπολεμικής περιόδου στην Ελλάδα με δύο κεντρικά πλεονεκτήματα την τεχνική κατασκευαστική εξειδίκευση και την τοπική οικογενειακή καταγωγή.
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΒΟΛΟΥ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «Τ.Ε.Β. Α.Ε.» ήταν μια Εργοληπτική εταιρεία Ε’ τάξεως με δραστηριότητα σε πάσης φύσεως δημόσια τεχνικά έργα.
To μετοχικό κεφάλαιο της ΤΕΒ το 1969 ήταν 10.000.0000 δρχ, με αποθεματικό 28.000.000 δρχ. Η εταιρεία διέθετε ιδιόκτητο εξοπλισμό (εργοστάσιο προκατασκευής μπετόν, θραυστική εγκατάσταση, παραγωγή έτοιμου σκυροδέματος με μηχανουργείο (Αρτεσιανό Καρδίτσας) 20 εκσκαφείς και φορτωτές, 20 προωθητήρες και ελκυστήρες, 4 φορτηγά χωματοσυλλέκτες, 20 αναμικτήρες αυτοκίνητοι και όχι, 25 αεροσυμπιεστές, 15 οδοστρωτήρες και συμπιεστικά μηχανήματα, 6 ισοπεδωτήρες, 1 ηλεκτροκίνητος σταθμός παραγωγής ασφαλτοσκυροδεμάτων 100 τόνων/ώρα, 5 ηλεκτροκίνητοι σταθμοί παραγωγής σκυροδέματος, 10 ηλεκτροκίνητες θραυστικές εγκαταστάσεις, 2 αυτοκίνητα ασφαλτικά μηχανήματα, 75 αυτοκίνητα φορτηγά και ντάμπερς (πλατφόρμες), 20 αυτοκίνητα επιβατικά και ημιφορτηγά, 2 συρμοί ρυμουλκών με πλατφόρμες, 3 πλήρη μηχανουργεία, 35 αντλητικά συγκροτήματα, 25 ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη και ηλεκτροσυγκολλήσεις, 1 σιδηρά βοηθητική γέφυρα ανοίγματος 35 μ. 100 τόνων ωφέλιμου φορτίου μεταφοράς προκατασκευασμένων στοιχείων γεφυρών από προεντεταμένο σκυρόδεμα, 1 αυτοκίνητο μηχάνημα προκατασκευασμένων στοιχείων Beton, 1 συγκρότημα μηχανημάτων προεντάσεως δια συρμάτων και συρματόσχοινων ανυψώσεως και καταβιβάσεως προκατασκευασμένων στοιχείων Beton μέχρι 200 τόνων βάρους, 6 υποσταθμοί υψηλής τάσεως. αξία συνολική 55.000.000 (Εργοληπτικές εταιρείες 5η τάξης, ΤΕΕ 1969) Το 1976 αποτελεί ένα εσωτερικό οροθετικό σημείο για την εταιρεία με τον θάνατο του Βασιλείου Τρίχα που είχε ως επακόλουθο την ανάληψη της εταιρείας από τον γιο του, πολιτικό μηχανικό Νικόλαο Τρίχα.
Ο πατέρας του (Νικόλαος Τρίχας απόφοιτος της Νομικής Αθηνών το 1893 είχε απώτερη καταγωγή από το Μέτσοβο και τα Τρίκαλα) ήταν δικηγόρος και η αιτία που έστρεψε τον Βασίλειο Τρίχα στις σπουδές του πολιτικού μηχανικού.
Ο Βασίλειος Τρίχας γνώριζε γαλλικά και λίγα γερμανικά και πριν από τον πόλεμο είχε ήδη αποκτήσει τεχνική και επαγγελματική εμπειρία (Μέλος Τ.Ε.Ε. αυξ. Αριθ. 1736, Μέτοχος Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. αρ. 2185, Μέλος ΤΠΜΕΔΕ αρ. γενικού Μητρώου 2 Εργολήπτου 925, Μέλος ΠΕΔΜΕΔΕ).
Η Τεχνική Εταιρία Βόλου είχε ιδρυθεί από Βολιώτες μηχανικούς το 1949 και μέσα στα επόμενα χρόνια ανασχηματίστηκε εταιρικά. Έδρα της εταιρείας ήταν η Αθήνα.
Το 1958 η εταιρεία περιήλθε στην κυριότητα Βασιλείου Τρίχα και εκλέγεται πρόεδρος Δ.Σ. και Γενικός Διευθυντής έως το θάνατό του)
Το γραφείο της ΤΕΒ στο διάστημα 1958-1972 απασχολούσε 5-10 μηχανικούς του ΕΜΠ (ιδιαίτερη περίπτωση ο Γιάννης Πολυμέρου από το Πολυτεχνείο του Μιλάνου, ενώ μετά το 1972 η εταιρεία προσλαμβάνει και μηχανολόγους μηχανικούς). Από το εξωτερικό είχε αναπτύξει συνεργασίες στην Ιταλία και ιδίως στην Ελβετία για το σύστημα προεντεταμένου σκυροδέματος VSL. Η ΤΕΒ επί Β. Τρίχα είχε τεχνική εξειδίκευση στην οδοποιία και γεφυροποιία, έχοντας ασχοληθεί και με την προκατασκευή.
Απάντηση: Με το βλέμμα τής Λαρισαίας-"Αιγειράτισσας" Γεωργίας Λουλούδη
Μετά από έναν έντονο και γεμάτο με υποχρεώσεις χειμώνα, έφτασε το καλοκαίρι του 2009. Εποχή ξεκούρασης και διακοπών. Έτσι, ένα Σαββατιάτικο πρωινό που πίναμε το καφεδάκι στη βεράντα μας, ατενίζοντας την όμορφη γειτονιά τής Λάρισας, ετέθη το εξής ερώτημα:
- Πού και πότε θα πάμε διακοπές φέτος; Πρέπει να το ρυθμίσουμε για να δηλώσω την άδειά μου, είπε ο σύζυγος αποφασιστικά. Αφού ορίστηκε η ημερομηνία, έπρεπε να κανονίσουμε “πού” θα πηγαίναμε.
- Ξέρεις... εδώ κα δύο χρόνια λέμε να πάμε προς την Πελοπόννησο και το αναβάλαμε. Δεν πάμε προς εκεί κάτω; Συνέχισε ο σύζυγος. Τα μάτια μου άστραψαν και η καρδιά μου φτερούγισε. Συμφώνησα αμέσως.
- Θα περάσουμε οπωσδήποτε από τις περιοχές που έζησα, τους είπα και ανυπομονούσα να ‘ρθει εκείνη η ώρα που θα πατούσα το πόδι μου εκεί (μετά από 35 χρόνια...)!!!
- Ήμουν μηνών ακόμα όταν η Τ.Ε.Β. όπου δούλευε ο πατέρας μου μεταφέρθηκε στην Πελοπόννησο για την κατασκευή των Εθνικών δρόμων.
Έτσι εγκατασταθήκαμε στο Δερβένι. Από εκεί δεν θυμάμαι και πολλά γιατί ήμουν πολύ μικρή.
Αργότερα μεταφερθήκαμε στην Αιγείρα. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτόν μου. Εκεί έκανα τα πρώτα μου βήματα, εκεί είπα τα πρώτα μου λογάκια, έμαθα τα πρώτα μου γράμματα, έκανα τις πρώτες μου φιλίες. Από αυτό το μικρό (τότε) χωριό έχω τις παιδικές μου αναμνήσεις.
Φθάνοντας εκεί, τα μάτια μου βούρκωσαν. Η περιοχή άλλαξε. Το χωριό “μεγάλωσε”, όπως μεγάλωσα κι εγώ.
Μπαίνοντας στην Αιγείρα, στο δρόμο που κάποτε ήταν λίγα σπίτια, υπήρχαν πολλές νέες οικοδομές και οι ρυθμοί τής ζωής ήταν διαφορετικοί.
Να! Στ’ αριστερά η Εκκλησία. Στο προαύλιό της συγκεντρωνόμαστε όλα τα παιδιά τού σχολείου κάθε Κυριακή, για ν’ ακούσουμε τη λειτουργία και να πάρουμε αντίδωρο.
Προχωρήσαμε επάνω, προς το δρόμο των Μαρμάρων. Έφθασα στο σχολείο. Μπήκα στην αυλή του και ένιωσα παιδί. Πήγα και στάθηκα στην ίδια θέση που στεκόμουν τότε “όντας πρωτάκι” στη συγκέντρωση της πρωινής προσευχής, μπροστά στον ιστό τής σημαίας. “Ήμουν” ανάμεσα στους συμμαθητές μου. Έβλεπα τη δασκάλα μου την κ. Τσάνα και δίπλα της την κ. Ιφιγένεια και τον κ. Δήμου, που είχαν τις μεγαλύτερες τάξεις. “Ζούσα” τα παιχνίδια που παίζαμε στα διαλείμματα, τα πειράγματα, τις σκανδαλιές...
Δεν ξέρω πόση ώρα στεκόμουν εκεί στην ίδια θέση, όταν άκουσα τη φωνή τής κόρη μου που με επανέφερε... στην πραγματικότητα.
- Μαμά, τι κάνεις εκεί τόση ώρα;
Επανήλθα στο παρόν και άρχισα να πλησιάζω στα παράθυρα του σχολείου. Κοιτάζοντας μέσα, διαπίστωσα ότι το οίκημα χρησιμοποιείται τώρα από άλλες υπηρεσίες. Για μένα όμως θα είναι το σχολείο μου!
Αγναντεύοντας από εκεί ψηλά, έψαχνα με τη ματιά μου να βρω το πρώτο σπίτι που μέναμε και που ήταν δίπλα στον περιφερειακό δρόμο. Του κ. Μιχάλη. Εκεί μέναμε πριν εγώ ξεκινήσω το σχολείο. Μου άρεσε πολύ η αυλή με τα λουλούδια, όπου ευχαριστιόμουν να παίζω. Θυμάμαι πολύ έντονα τη σπιτονοικοκυρά μου, την κ. Πολυτίμη με τον ωραίο κότσο στα μαλλιά της, μια πρόσχαρη και καλή γυναίκα. Δεν κατάφερα όμως να το εντοπίσω. Αργότερα πληροφορήθηκα ότι τώρα είναι το Δημαρχείο τής Αιγείρας και φυσικά το είδα στη νέα του μορφή.
Φτάσαμε στην πλατεία του χωριού.
Λίγο πιο κάτω, κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών, ήταν και είναι το σπίτι της κ. Παναγούλας. Εκεί μείναμε για πολλά χρόνια μέχρι που φύγαμε. Η παλιά μου γειτονιά παρέμεινε ίδια με ελάχιστες αλλαγές. Όπως χαράχθηκε τότε στο παιδικό μυαλό. Το σπίτι όμως ήταν έρημο. Κανείς από τους ενοίκους δεν ήταν εκεί... Ούτε ο κυρ’ Διονύσης ο σιδεράς που με ξυπνούσε κάθε πρωί με τον ήχο που έκανε το σφυρί πάνω στο αμόνι. Ούτε ο κυρ’ Καραγιάννης (συνάδελφος του πατέρα μου) με την οικογένειά του που έμενε στο μπροστινό τμήμα του σπιτιού. Ούτε οι γονείς μου (Γεώργιος και Αλεξάνδρα Λουλούδη). Όμως, εγώ ήμουν εκεί με την οικογένειά μου και τους “έβλεπα” παντού!!!
Έβλεπα τον πατέρα μου να γυρίζει απ’ τη δουλειά του κι εγώ, μικρό κοριτσάκι, να τον περιμένω στα σκαλιά του σπιτιού. Έβλεπα τη μητέρα μου να με κρατά απ’ το χέρι και να πηγαίνουμε για τα πρωινά ψώνια και αργότερα όταν μεγάλωσα κι άλλο το καθημερινό σχολικό δρομολόγιο. Περπατούσα μαζί τους, στην απογευματινή βόλτα στην πλατεία και κάθε Πέμπτη πηγαίναμε στο ζαχαροπλαστείο τού Πολύβιου για το πεντανόστημο γαλακτομπούρεκο, αλλά και να δούμε φυσικά τη συνέχεια της σειράς “Άγνωστος πόλεμος”, αφού ήταν το μοναδικό μαγαζί που είχε τηλεόραση τότε. Και μετά....
- Μαμά, πάλι έφυγες;! Δεν βλέπω να πίνεις καφέ σήμερα!!! φώναξε γελώντας η μικρή μου κόρη η Αλεξάνδρα. Χωρίς να μπορώ να απαντήσω από τη συγκίνηση κατευθυνθήκαμε στο καφενείο τής πλατείας, όπου σύχναζε ο πατέρας μου και οι συνάδελφοί του και που το γλυκό κερασάκι τότε μου φαινόταν εκλεκτή λιχουδιά.
Καθίσαμε σ’ ένα τραπεζάκι και παραγγείλαμε καφέ. Οι λιγοστές παρέες τού καφενείου συζητούσαν και αστειεύονταν μεταξύ τους. Εγώ όμως καθόμουν σ’ αναμμένα κάρβουνα.
Ήθελα να ρωτήσω... Να μάθω... Να μιλήσω τέλος πάντων με κάποιον που θα μπορούσε να μου δώσει πληροφορίες. Όχι τόσο για τη συνέχιση του ταξιδιού μας, όσο για τους ανθρώπους που γνώρισα τότε και που τα πρόσωπά τους έχουν ακόμη τόσο ζωντανά στη μνήμη του!
Εξακολουθώντας να φοράω τα σκούρα γυαλιά, για να μην φαίνονται τα δακρυσμένα μάτια μου, αποφάσισα να μάθω τα “νέα” για την Αιγείρα των παιδικών μου χρόνων...
Ρώτησα την ευγενική κυρία που μας σέρβιρε κάποιες πληροφορίες. Εκείνη μας παρέπεμψε στον κύριο της μπροστινής παρέας, ο οποίος προθυμοποιήθηκε να μας βοηθήσει. Αφού προηγήθηκαν οι τυπικές συστάσεις λύθηκε η γλώσσα μου...
Ο συνομιλητής μου, ο κ. Κώστας Ρόζος, εξέφρασε στην αρχή απορία για τις ερωτήσεις μου, στη συνέχεια όμως ξεκαθάρισαν όλα. Έτσι βρεθήκαμε να μιλάμε για κοινούς γνωστούς, συμμαθητές και τους γονείς μου. Δεν φαντάζεστε πώς ένιωσα...
Ανάμεικτα συναισθήματα χαράς, συγκίνησης και λύπης όταν πληροφορήθηκα ότι κάποιοι από τους ανθρώπους που γνώρισα τότε, δεν είναι πια στη ζωή.
Και ενώ η συζήτηση προχωρούσε, ο συνομιλητής μου μού είπε ότι εδώ και χρόνια έψαχνε φωτογραφικό υλικό για τα οδικά έργα εκείνης της εποχής, ακόμα και από τα παιδιά τού τότε ιδιοκτήτη της ΤΕΒ, χωρίς αποτέλεσμα. Του υποσχέθηκα ότι όταν θα επέστρεφα στη Λάρισα, θα του έστελνα ότι σχετικές φωτογραφίες είχα στο οικογενειακό μου αρχείο.
Έτσι και έγινε. Όταν λίγες μέρες αργότερα είδα στον “Φρουρό” αυτό το φωτογραφικό υλικό, χάρηκα πάρα πολύ που μπόρεσα να βοηθήσω έστω και λίγο στις ιστορικές αναζητήσεις τής Αιγειράτικης εφημερίδας.
Για μένα ήταν ένα είδος τελετής...
Ένα μνημόσυνο αν θέλετε, προς τους γονείς μου, προς τους συναδέλφους του πατέρα μου, καθώς και στους ανθρώπους τής Αιγείρας που είχα γνωρίσει και δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή.
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Κώστα Ρόζο, για την ωραία αναπόληση του μακρινού παρελθόντος, για την τιμητική προσφορά τού βιβλίου του “Αρμενίζοντας προς το Αμερικανικό όνειρο”, καθώς και την τιμή που μου έκανε, να αναφερθεί στην όμορφη και αναπάντεχη συνάντησή μας μέσα από τις σελίδες τής εφημερίδας του.
Δεν είναι λίγο να γυρνάς τριάντα πέντε χρόνια πίσω και να διαπιστώνεις ότι είναι αναπόφευκτο να μη σβήνει ποτέ από τη μνήμη σου, η αγάπη και η νοσταλγία για τον τόπο των παιδικών σου χρόνων!!! Με φιλικούς Χαιρετισμούς Γεωργία Λουλούδη - Λάρισα
------------------------------------------------------------------------------------------
Η Τ.Ε.Β. στο διάστημα 1959 - 1976 ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα στην κατασκευή μεγάλων έργων υποδομής της εποχής και ιδιαίτερα μεγάλων αρδευτικών έργων και έργων οδοποιίας - γεφυροποιίας. Ανάμεσά τους ήταν τμήματα των εθνικών οδών Λαμίας - Λάρισας και Κορίνθου - Πατρών, η γέφυρα Ρυμνίου και τα αρδευτικά δίκτυα Ταυρωπού).
Μεταξύ των 25 μεγάλων έργων. που ανέλαβε η Τεχνική Εταιρεία Βόλου του Βασίλειου Τρίχα, ήταν η Κατασκευή της Νέας Εθνικής Οδού {Αθηνών- Κορίνθου-Πατρών}, στο τμήμα από το Στόμιον (Νομός Κορινθίας) έως Τον ποταμό Κράθι ( Νομός Αχαΐας, ένα έργο κόστους 300 εκατομμύρια δρχ. περίπου.
"Στρατηγείο" της εταιρείας έγινε η Αιγείρα (1963 - 1974), με το κεντρικό Εργοτάξιο το που στήθηκε στην παραποτάμια περιοχή του Κριού, και τα γραφεία των μηχανικών - λογιστηρίου στην Οδό Φελλόης.
Ο Βασίλειος Τρίχας γεννήθηκε στο Βόλο (1910-1976) και αποτελεί ένα παράδειγμα πολιτικού μηχανικού που συμμετείχε στην οικονομική ανασυγκρότηση της μεταπολεμικής περιόδου στην Ελλάδα με δύο κεντρικά πλεονεκτήματα την τεχνική κατασκευαστική εξειδίκευση και την τοπική οικογενειακή καταγωγή.
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΒΟΛΟΥ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «Τ.Ε.Β. Α.Ε.» ήταν μια Εργοληπτική εταιρεία Ε’ τάξεως με δραστηριότητα σε πάσης φύσεως δημόσια τεχνικά έργα.
To μετοχικό κεφάλαιο της ΤΕΒ το 1969 ήταν 10.000.0000 δρχ, με αποθεματικό 28.000.000 δρχ. Η εταιρεία διέθετε ιδιόκτητο εξοπλισμό (εργοστάσιο προκατασκευής μπετόν, θραυστική εγκατάσταση, παραγωγή έτοιμου σκυροδέματος με μηχανουργείο (Αρτεσιανό Καρδίτσας) 20 εκσκαφείς και φορτωτές, 20 προωθητήρες και ελκυστήρες, 4 φορτηγά χωματοσυλλέκτες, 20 αναμικτήρες αυτοκίνητοι και όχι, 25 αεροσυμπιεστές, 15 οδοστρωτήρες και συμπιεστικά μηχανήματα, 6 ισοπεδωτήρες, 1 ηλεκτροκίνητος σταθμός παραγωγής ασφαλτοσκυροδεμάτων 100 τόνων/ώρα, 5 ηλεκτροκίνητοι σταθμοί παραγωγής σκυροδέματος, 10 ηλεκτροκίνητες θραυστικές εγκαταστάσεις, 2 αυτοκίνητα ασφαλτικά μηχανήματα, 75 αυτοκίνητα φορτηγά και ντάμπερς (πλατφόρμες), 20 αυτοκίνητα επιβατικά και ημιφορτηγά, 2 συρμοί ρυμουλκών με πλατφόρμες, 3 πλήρη μηχανουργεία, 35 αντλητικά συγκροτήματα, 25 ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη και ηλεκτροσυγκολλήσεις, 1 σιδηρά βοηθητική γέφυρα ανοίγματος 35 μ. 100 τόνων ωφέλιμου φορτίου μεταφοράς προκατασκευασμένων στοιχείων γεφυρών από προεντεταμένο σκυρόδεμα, 1 αυτοκίνητο μηχάνημα προκατασκευασμένων στοιχείων Beton, 1 συγκρότημα μηχανημάτων προεντάσεως δια συρμάτων και συρματόσχοινων ανυψώσεως και καταβιβάσεως προκατασκευασμένων στοιχείων Beton μέχρι 200 τόνων βάρους, 6 υποσταθμοί υψηλής τάσεως. αξία συνολική 55.000.000 (Εργοληπτικές εταιρείες 5η τάξης, ΤΕΕ 1969) Το 1976 αποτελεί ένα εσωτερικό οροθετικό σημείο για την εταιρεία με τον θάνατο του Βασιλείου Τρίχα που είχε ως επακόλουθο την ανάληψη της εταιρείας από τον γιο του, πολιτικό μηχανικό Νικόλαο Τρίχα.
Ο πατέρας του (Νικόλαος Τρίχας απόφοιτος της Νομικής Αθηνών το 1893 είχε απώτερη καταγωγή από το Μέτσοβο και τα Τρίκαλα) ήταν δικηγόρος και η αιτία που έστρεψε τον Βασίλειο Τρίχα στις σπουδές του πολιτικού μηχανικού.
Ο Βασίλειος Τρίχας γνώριζε γαλλικά και λίγα γερμανικά και πριν από τον πόλεμο είχε ήδη αποκτήσει τεχνική και επαγγελματική εμπειρία (Μέλος Τ.Ε.Ε. αυξ. Αριθ. 1736, Μέτοχος Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. αρ. 2185, Μέλος ΤΠΜΕΔΕ αρ. γενικού Μητρώου 2 Εργολήπτου 925, Μέλος ΠΕΔΜΕΔΕ).
Η Τεχνική Εταιρία Βόλου είχε ιδρυθεί από Βολιώτες μηχανικούς το 1949 και μέσα στα επόμενα χρόνια ανασχηματίστηκε εταιρικά. Έδρα της εταιρείας ήταν η Αθήνα.
Το 1958 η εταιρεία περιήλθε στην κυριότητα Βασιλείου Τρίχα και εκλέγεται πρόεδρος Δ.Σ. και Γενικός Διευθυντής έως το θάνατό του)
Το γραφείο της ΤΕΒ στο διάστημα 1958-1972 απασχολούσε 5-10 μηχανικούς του ΕΜΠ (ιδιαίτερη περίπτωση ο Γιάννης Πολυμέρου από το Πολυτεχνείο του Μιλάνου, ενώ μετά το 1972 η εταιρεία προσλαμβάνει και μηχανολόγους μηχανικούς). Από το εξωτερικό είχε αναπτύξει συνεργασίες στην Ιταλία και ιδίως στην Ελβετία για το σύστημα προεντεταμένου σκυροδέματος VSL. Η ΤΕΒ επί Β. Τρίχα είχε τεχνική εξειδίκευση στην οδοποιία και γεφυροποιία, έχοντας ασχοληθεί και με την προκατασκευή.